Περιγραφή
Εκδόσεις Κέδρος - Εικονική μνήμη - Παρθύμος Δημήτρης
Λίγα λόγια για το βιβλίο:
Ξεχασιάρηδες
Σου άρεσαν οι ξεχασιάρηδες ποιητές.
Που άφηναν το τσιγάρο τους στο στόμα του λύκου,
το βλέμμα στο φεγγάρι, το σώμα τους στον σταυρό.
Σαν αλαφροΐσκιωτο ποιητή φανταζόσουν τον Θεό,
που δεν θυμόταν γιατί έπλασε τη σελήνη,
πώς επέτρεψε στον θάνατο να γεννηθεί από το τίποτα,
και από πού κι ως πού άφησε την αγάπη
να κακοφορμίσει σε έρωτα.
Πάνε αιώνες που ο Θεός σταμάτησε να μας μιλά
και ό,τι έχει να πει το γράφει σε βιβλία
εσόδων και εξόδων, είδωλα το ένα του άλλου.
Μπλεγμένος σε ατέλειωτους ισολογισμούς,
παλεύοντας αιώνια με το μηδέν, ο Θεός
δεν είναι διαθέσιμος. Όμως ο εκάστοτε μεσσίας του
είναι κάποιος που επιτρέπεται να ερωτευτείς.
Ζωντανό παράδειγμα ο Μινώταυρος,
καρπός ερωτικού παιχνιδιού που στράβωσε.
Μαγεία που χάλασε στη μέση.
Πρώτα του χάρισες το μισό σου κορμί,
όταν σε είδε στις μύτες των ποδιών
να υψώνεσαι πάνω από τις δαιδαλώδεις απαιτήσεις
της φαντασίας του. Απεσταλμένη του Θεού,
η μόνη ικανή να του λύσει τα μάγια, και το ένιωσε.
Για ευκολία, του είπες πως σε λένε Ελπίδα,
που δεν ήταν το πραγματικό σου όνομα.
Ήθελες, βλέπεις, να τον αγαπήσεις χωρίς ίχνη,
το τέλειο έγκλημα.|
Όμως βρήκες τον πόνο του αφόρητο.
Γιατί τα ποιήματά του δεν ήταν ψέματα,
απλώς αλήθειες στα τελευταία τους.
Μα δεν τον κάκιζες, γιατί ήξερες
ότι οι αλήθειες δεν είναι αθάνατες,
πεθαίνουν από αγάπη.
Όταν το αίμα στους στίχους του έγινε νερό,
ήξερες πως η ποίησή του δεν θα είχε καλό τέλος.
Απογοητευμένη τον άφησες για τον πρώτο άμουσο
γιο της θάλασσας που έλυσε το σκαρί του για χάρη σου
και ύψωσε στον ουρανό τα μαύρα πανιά
μιας χιλιοειπωμένης ραψωδίας.
Έτσι σώθηκες,
γιατί μονάχα οι ποιητές έχουν τη δύναμη
και τη δίψα να ζήσουν στο φεγγάρι.
Ένα σύννεφο χωρίς νερό.